Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου 2009

Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2009

Στα κορίτσια που γελούν

Το γέλιο σας, το όχημα,
τρυπάει τα αυτιά τους.

Ο βίος σας ασύλληπτος
για την αφεντιά τους...

γελάτε κορίτσια
κι αυτοί ανησυχούν
γιατί εξ’ ορισμού το γέλιο σας
είναι η απελευθέρωση του ψυχισμού

το γέλιο σας μ’αναίδεια
βρίσκει νανο-ρωγμές

τον ξενιστή προσβάλει

σαν το τρεχούμενο νερό διαβρώνει,
την πέτρα τη σκληρή

γελάστε κορίτσια όλων των εποχών
ποτέ το γέλιο σας δεν ήταν τόσο αθώο!





να γελάς δυνατά κορίτσι μου
έτσι κι αλλιώς το κλάμα σου
κανείς δε θα στεγνώσει

Τρίτη 17 Φεβρουαρίου 2009

ημέιλ στον Γκάρυ



αγαπητέ φιλε

τελικά μονάχα η βλακεία δε νικιέται

από το θράσος και την ανοησία δεν γλυτωνουμε
απρόβλεπτα, ακολουθουν καμία λογική.

τι κι αν μονολογείς για τον τεράστιο, περήφανο κάποτε, λαό σου..
έτσι και εμεις,
μονολογουμε
αλλά άξια συναγωνιζόμαστε στο μεγεθος της ανοησίας.

δεν καταλάβαμε πως λίγα χρόνια πριν χάσαμε για τα καλά
αλλά μάς έμειναν ένα-δυο πιόνια να κινούνται για λίγο ακόμα.

πως συντομα θα εξαντληθούν όλες οι κινήσεις

αυτοι που φωνάζουν τώρα για υμνους και άλλα πολλά
το κάνουν σαν ανοητα παιδια πάνω απο τη παρτίδα σκάκι
που θριαμβολογουν πρωιμα μια νίκη

Στο τέλος ο "νικητής" και ο "χαμένος"
θα μπουμε διπλα-διπλα στριμωγμενοι στο ίδιο κουτί.


αγκαλια με την ανοησια

και καποιοι συνεχίζουμε με τρόπο γραφικό
ελπίζοντας στο ...λάθος

Δευτέρα 9 Φεβρουαρίου 2009

ευθυγραμμιζόμενα άτακτα ιόντα

Ήταν ζεστή και φωτεινή η χειμωνιάτικη μέρα, κάπου στο μέσο της Ερμού, με τα δυο βιολιά, το σαξόφωνο, τον αυλό και τη βιόλα του μικτού συνόλου να ηχούν από μακριά και τον υπαίθριο πάγκο του βιβλιοπώλη να προσφέρει την τέλεια πρόφαση για μια παρατεταμένη στιγμή ακινησίας στο μέσο ενός χαμού.

Τα αυτιά αυτόνομα ρουφούσαν την τσιγγάνικη ουγγρική μελωδία και προετοίμαζαν τη εγκλωβισμένη στο άλλοθι της στιγμής ματιά να βρει κάτι που έψαχνα καιρό. Το πρώτο βιβλίο το κράτησα κτητικά κοντά στο στήθος μου με τα δυο χέρια ενώ τα αυτιά κατάφεραν να συνδυάσουν το νέο ερέθισμα με μια ελαφρότητα όπως εκείνης του επόμενου σκοπού. Οι ψυχικοί συνειρμοί πολυπλοκότεροι αυτών των νοητικών καθυστέρησαν την παραμονή μου όσο διαρκούσε το ελαφρό αναγνωρίσιμο κομμάτι με άσκοπες αναγνώσεις οπισθοφύλλων. Η παύση των μουσικών σταμάτησε τον εξωτερικό χρόνο, θυμήθηκα:

«Έχετε την Κομψότητα του Σκατζόχοιρου;»

Τα χέρια χάιδεψαν το εξώφυλλο ως ψυχομετρητές μάντεις του περιεχομένου. Εκ των υστέρων, τέσσερις μέρες μετά, στην τελευταία σελίδα του, κατάλαβα πόσο καλά είναι στο μέτρημα τα χέρια μου.

Ο θόρυβος διείσδυσε ξανά, βίαια σχεδόν σπρώχνοντάς με στην αντίθετη κατεύθυνση.

Οι ψυχικοί συνειρμοί με πήραν χρόνια πίσω στην κατάληψη ενός κτιρίου της Σχολής Καλών Τεχνών στην πάροδο απέναντι από το Πολυτεχνείο. Σε εκείνους τους τρεις μήνες, τις ζωγραφιές μας, τις κουβέντες μας, τους φίλους, το κομμένο ρεύμα και το φως των κεριών, τις βάρδιες στην είσοδο, τα υφάσματα και το στρώμα-καναπές στο πάτωμα.

«Κατάληψη Λυρικής Σκηνής» - μια ανακάλυψη απρόσμενη καθώς τα βήματα ακολουθούν χιλιοπατημένα μονοπάτια 16 χρόνια μετά.

Απρόσμενα ανακαλύπτω πως όλα είναι ακόμα ζωντανά, ίσως γιατί ποτέ πριν δεν τα ακολούθησα τόσο διψασμένα. Ήθελα να περάσω από παντού να αναδιπλώσω θεματικά χιλιόμετρα που ξεκλείδωναν με μια εικόνα, ένα άκουσμα, ένα σύνθημα στον τοίχο και παραδομένη ακολουθούσα χωρίς να κρίνω.

Ο δρόμος του Αλέξη λίγα μέτρα από Το Μικράκι, λίγα μέτρα από το Διπλό Καφέ, πάγωσε η μέρα και ο χρόνος ξανά. Στη γραμμή των βημάτων, της ανάγνωσης, των ακουσμάτων, της νύχτας, της μέρας, παρεμβαλλόταν μονάχα η εσωτερική διεργασία που δεν έχει όνομα ...ακόμα.

Λίγο πριν τα προτελευταία κεφάλαια του βιβλίου, αλλάζω την ταχύτητα ανάγνωσης. Θέλω να αργήσει το τέλος, θέλω να βάλω φρένο στην οικειότητα που άρχισα να νιώθω με τη Μιριέλ Μπαρμπερί και κάπου εκεί στην Πλατεία παρεμβάλλεται μια νέα αφορμή.

«Δεν ξέρω αν τα έχουμε ξαναπεί αλλά είμαι συγγραφέας και πουλάω μόνος μου τις ιστορίες από τα ταξίδια μου»
«Το θέλω, πόσο κάνει;»

Διασκέδασα με τη ανάμνηση της διαφήμισης της αεροπορικής εταιρείας χρόνια πριν “Cut the middle man”. Τι σου είναι αυτοί οι διαφημιστές, ακόμα και από την προβοκάτσια βγάζουν λεφτά αλλά εσύ απομόνωσες το σύνθημα για χρόνια... Τώρα σου απευθύνεται προστακτικά.

Απομόνωσε την εικόνα, την αίσθηση, τη σκέψη, την ομορφιά...

Απο-μόνωσέ τα, να κυλήσουν τα ιόντα εντός προς τα εκεί που θέλουν να τρέξουν.
Απομονωσε τα εκτός, να δεις, να ακούσεις, να νιωσεις, να γευτείς

Και καθώς χαιρετώ το φωτεινό πρόσωπο σου, πίνω μια γουλιά καφέ στην υγειά σου Άσσιμε – κι ας μην είναι τσιπουράκι.