Κυριακή 27 Μαΐου 2012

Την ώρα του ονείρου

(..γράφτηκε μετα μια Τρικυμία)




Την ώρα του ονείρου γεννήθηκε ο Κόσμος σαν μια ανατολή, ενός αγώγιμου πλάσματος που μες το σκοτάδι γεννάει φως.

Την ώρα του ονείρου συνομιλεί ο κόσμος σαν ένα σούρουπο, που όλα τα ηρεμεί, σαν μαίνεται η αιώνια μάχη των γιγάντων.

Την ώρα του ονείρου αγαπάει ο κόσμος - σαν σούρουπο και σαν ανατολή, χωρίς το φως και το σκοτάδι που μουδιάζει.

Την ώρα του ονείρου γεννήθηκε ο χρόνος σαν προσευχή που ‘χει τη δύναμη να αλλάζει, εκεί που ψιθυρίζονται τα ανείπωτα.

Την ώρα του ονείρου ερωτεύομαι σαν σ’ένα πέπλο που όλα τα ενώνει και μόνο τότε, μόνο εκεί.

Την ώρα του ονείρου μ’ αγγίζει η ομορφιά και μέσα μου αλλάζει ο κόσμος και το όνειρο αναπλάθεται εκεί που δεν υπάρχει θάνατος, μα ούτε ζωή.

Την ώρα του ονείρου ανασύρονται κορμιά-εικόνες, λέξεις, αισθήσεις, θύμησες και αποκτώ κορμί στο σούρουπο και την ανατολή που οργάζει.

Την ώρα του ονείρου δεν είσαι μοναχός, δεν είσαι ο χρόνος, δεν είσαι τόπος...

Τετάρτη 23 Μαΐου 2012

Στιγμιότυπο




Ήθελες να φύγεις την ώρα που θα μέναμε μόνοι.

Την ώρα που όσα φύλαξα με προσοχή κάτω από το δέρμα μου θα είχαν άρωμα και γεύση.
Την ώρα που οι σκέψεις θα ξεχειλίζαν σαν γλυκό αρτεσιανό νερό σε μια καυτή αμμουδιά.

Είχαν τελειώσει οι έρωτες κι έπρεπε να φύγεις.
Βιαζόσουν.
Πράγματι, είχαν τελειώσει.
Δεν έκανα προσπάθεια. Δεν είπα λέξη.
Μόνο σου ζήτησα να ξαναπείς ακόμα μια φορά.
Να το ακούσω, παντού. Καλά. – νόημα δεν είχε πια.

Έμεινα με όσα φύλαξα και σκέφτηκα για ‘σένα
Δάγκωσα τα χείλη μου στο δρόμο να μην ξεχειλήσουν οι λέξεις.
Και γύρισα την πλάτη..

λιγα μετρα πιο κάτω,  ξέσπασε η κραυγή κι ένας μακρόσυρτος λυγμός… 
«τέλος … τέλος… τέλος,
ακούς κοπέλα μου καλή;
αυτό είναι το παντοτινό
και ξεκινάει τώρα»

Λιγώθηκα κι άδειασε ο λαιμός μου, μ’ ένα πόνο ξηρό – ακαριαίο
«τέλος, κι όλα καλά τα ανθρώπινα,
οι σχέσεις δεν ευδοκιμούν…
κι όλες καλές οι αγάπες…
παντοτινές δεν είναι…»

Έξω από το παράθυρο του αυτοκινήτου ο κάμπος είχε ξεραθεί…και η κραυγή μου αντίλαλο δεν είχε… έμεινε ο θόρυβος της μηχανής να με οδηγεί μονότονα σε ένα κενό.

Πίσω εκεί που όλα είχαν κάποτε αρχίσει…

Κυριακή 13 Μαΐου 2012

συμπλέγματα αγάπης

Φυλακισμένα αγόρια στα πίσω δώματα, να αυνανίζονται κρυφά, να έρχονται οι μανάδες, να μυρίζουν να μένουν πάντα νέες. Ήρωες και μηδενικά δεμένοι χέρι-χέρι σε μια τροχιά αλληλοεξόντωσης για μια άκαρδη, Ελένη για μια γριά ξεμωραμένη. Θάνατε, χρήζεις τρεις γενιές. Θάνατο σπέρνει κάθε γέννα. Γέννα με θάνατο ζητά αίμα, για να αγοράσει άλλο αίμα. Απέναντι, μια Τιτίκα τα ολόλευκα βυζιά μες τις συνάξεις Αθλίων περιφέρει για την αγάπη του μπαμπά, για περισσότερο παρά, ή έστω για τη βρισιά που κλαίγοντας εκφέρει. Πουτάνα μου, λιβιδινικά ανάπηρος στα πόδια σου αποθέτω, μες το σκοτάδι του κορμιού, τα ψέματα που τρέφω. Πόσες ζωές χαθήκανε; Πόσες ζωές ακόμα;  για την αγάπη, με ρωτας,  τυφλά, κλεμένα, σταματημενα χρόνια